Η μαγνητική τομογραφία αναδεικνύεται σε σωτήρια «λέμβο» για τη ζωή των ενηλίκων με μη φυσιολογικό καρδιακό μεταβολισμό.
Ειδικότερα, όπως γράφει το ygeiamou.gr, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύτηκε στο JCI Insight, τα συγκεκριμένα άτομα έχουν έως και τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν απειλητικές για τη ζωή αρρυθμίες (ακανόνιστο καρδιακό ρυθμό) και η συγκεκριμένη εξέταση μπορεί να προβλέψει έναν μελλοντικό αιφνίδιο καρδιακό θάνατο.
«Θεωρούμε ότι είναι η πρώτη φορά που ο μειωμένος καρδιακός μεταβολισμός σε ανθρώπους συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο απειλητικών για τη ζωή αρρυθμιών ή αιφνίδιου καρδιακού θανάτου» σημειώνει ο επικεφαλής της μελέτης Robert Weiss, καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Johns Hopkins. «Το γεγονός αυτό θα μπορούσε να ανοίξει το δρόμο για μια εντελώς καινούρια προσέγγιση για τη θεραπεία ή την πρόληψη των σοβαρών αρρυθμιών, κάτι που δεν είναι σήμερα διαθέσιμο στην καρδιολογία».
Όπως επισημαίνει και ο T. Jake Samuel, Ph.D., πρώτος συγγραφέας της μελέτης και συνεργάτης Καρδιολογίας στο Johns Hopkins, πρόκειται για ένα ιδιαίτερα δαπανηρό προληπτικό μέσο και εξηγεί ότι «ξοδεύουμε δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως για τους απινιδωτές και υπάρχει ανάγκη για μη επεμβατικές προσεγγίσεις για την καλύτερη εκτίμηση του κινδύνου και σχετικά με το ποιοι ασθενείς χρειάζονται μια τέτοια συσκευή».
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, τα άτομα με χαμηλά καρδιακά επίπεδα της τριφωσφορικής αδενοσίνης, είχαν τριπλάσιο κίνδυνο αιφνίδιου καρδιακού θανάτου (εάν δεν σωθούν με την παρέμβαση ΕΚΑ) σε σύγκριση με τα άτομα με φυσιολογικό μεταβολισμό. Αυτό συνέβαινε ακόμα και όταν προσαρμόστηκε για το χαμηλό κλάσμα εξώθησης της αριστερής κοιλίας, δείκτης που χρησιμοποιείται σήμερα για τον προσδιορισμό της ανάγκης ΕΚΑ ως πρωτογενή πρόληψη.
«Η ανάγκη για τη χρήση αυτών των συσκευών ήταν ανύπαρκτη για το περίπου 80% των ατόμων με φυσιολογικά επίπεδα της τριφωσφορικής αδενοσίνης στα 10 χρόνια κατά τη διάρκεια της περιόδου ανάλυσης» συνοψίζουν οι ερευνητές. Τα ευρήματά τους θα μπορούσαν να συμπληρώσουν τις τρέχουσες προσεγγίσεις και να οδηγήσουν σε καλύτερες προβλέψεις για το ποιος είναι πιο πιθανό να χρειαστεί ΕΚΑ. Ωστόσο, τονίζουν, ότι απαιτούνται περισσότερες μελέτες για την αξιολόγηση διαφορετικών και μεγαλύτερων πληθυσμών.