Κ.Φίλης : Ανησυχητικά τα πράγματα με την Τουρκία, αλλά δεν βλέπω θερμό επεισόδιο - Φωνή του Λ.Σ.

Breaking

9.6.22

Κ.Φίλης : Ανησυχητικά τα πράγματα με την Τουρκία, αλλά δεν βλέπω θερμό επεισόδιο


 Η καθημερινή επιθετική ρητορική της Τουρκίας προϊδεάζει για ένα εκρηκτικό καλοκαίρι με την Ελλάδα, αλλά ένα θερμό επεισόδιο δεν είναι πιθανό, σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Φίλη.

Ο αναπληρωτής καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδας και αναλυτής διεθνών θεμάτων του ANT1 Κωνσταντίνος Φίλης, μιλώντας στο iefimerida.gr, παραδέχεται ότι τα πράγματα με τη γείτονα είναι ανησυχητικά. Ωστόσο παραθέτει τους αντικειμενικούς λόγους για τους οποίους ένα θερμό επεισόδιο τύπου Ιμίων δεν είναι πιθανό.

Παρότι δεν αποκλείει τον υποκειμενικό λόγο, τον ίδιο τον Ερντογάν, που ίσως επιθυμεί ενόψει εκλογών να θέσει την Τουρκία σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, προβάλλοντας στο εσωτερικό του μια δήθεν απειλή, ο κ. Φίλης σημειώνει με έμφαση: «Κανείς δεν διαβεβαιώνει -το αντίθετο θα έλεγα- τον Ερντογάν ότι θα βγει νικητής σε περίπτωση πολεμικής σύγκρουσης με την Ελλάδα. Ιδίως μάλιστα αν βγει ηττημένος, τότε ο κίνδυνος της κρεμάλας για τον Ερντογάν είναι πολύ σοβαρός. Και μάλλον θα είναι χειρότερα τα πράγματα γι’ αυτόν αν χάσει έναν πόλεμο με την Ελλάδα, από ό,τι το να χάσει τις εκλογές στη χώρα του».

Ο Κ. Φίλης περιγράφει την «ποιοτική αναβάθμιση» στην επιθετική ρητορική της Τουρκίας, εξηγεί τι θα πράξουν οι σύμμαχοι σε περίπτωση σύρραξης και εκθειάζει τις διπλωματικές κινήσεις της Αθήνας.

Ωστόσο, προτείνει και κάτι ακόμη, το οποίο πρέπει να γίνει άμεσα, όπως λέει: Την εκπόνηση ενός οδικού χάρτη με συγκεκριμένα βήματα που θα απολήγει στο δικαστήριο της Χάγης, με μόνη διαφορά την οριοθέτηση ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας μεταξύ των δύο χωρών.

Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη του Κωνσταντίνου Φίλη στο iefimerida.gr

Έχουμε τελευταία μια «ποιοτική αναβάθμιση» της επιθετικής τουρκική ρητορικής και μάλιστα στο πιο ψηλό επίπεδο της ηγεσίας τής γείτονος. Γιατί τώρα; Υπάρχει φόβος ενός «θερμού επεισοδίου», τύπου Ιμίων;
Η ποιοτική αναβάθμιση έχει αρχίσει να συντελείται από τον Νοέμβριο του 2019 και την υπογραφή του παράνομου τουρκολιβυκού συμφώνου.

Το δεύτερο βήμα έγινε όταν η Τουρκία εξέδωσε -περίπου το ίδιο χρονικό διάστημα- με τον πλέον επίσημο τρόπο τους χάρτες για τη «γαλάζια πατρίδα», που αποτελεί το κύριο δόγμα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.

Το τρίτο βήμα ήταν η απόπειρα διασύνδεσης αποστρατιωτικοποίησης με την κυριαρχία. Μέχρι πρότινος, η Τουρκία μιλούσε για την ανάγκη αποστρατιωτικοποίησης των νησιών, επικαλούμενη τις συνθήκες της Λωζάννης και των Παρισίων, αλλά δεν το συνέδεε με την κυριαρχία. Το γεγονός ότι θεωρεί ως προϋπόθεση την αποστρατιωτικοποίηση για την αναγνώριση της κυριαρχίας των ελληνικών νησιών, ασφαλώς και συνιστά ποιοτική αναβάθμιση των διεκδικήσεών της.

Το τελευταίο βήμα, που όμως έρχεται να κουμπώσει από το παρελθόν με τα προαναφερθέντα, είναι η θεωρία των γκρίζων ζωνών, η οποία ξεκίνησε από το 1973 και έπειτα και κορυφώθηκε με τα Ίμια.

Με βάση τη θεωρία αυτή, υπάρχει ένας απροσδιόριστος αριθμός νησίδων, βραχονησίδων, βράχων, που δεν ανήκουν -κατά την Τουρκία- στην Ελλάδα, ούτε απαραιτήτως στην Τουρκία, και αυτό είναι κάτι που πρέπει να συζητηθεί. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, πολλώ μάλλον που ο Ερντογάν έδωσε το πρόσταγμα στους υπολοίπους να κόψουν κάθε κανάλι επικοινωνίας με την Ελλάδα, τα πράγματα είναι ανησυχητικά.

Ο πρώτος λόγος ανησυχίας είναι γιατί δεν υπάρχουν δίαυλοι επικοινωνίας, οι οποίοι είναι πάντα χρήσιμοι, γιατί μπορεί κάποια παρανόηση να διευθετηθεί, κάποια εξελισσόμενη κρίση να αποσοβηθεί.

Ο δεύτερος λόγος που ανησυχούμε είναι γιατί υπάρχουν πάντα στις ένοπλες δυνάμεις στοιχεία τα οποία μπορεί να θέλουν, σε ένα τέτοιο περιβάλλον όπως έχει δημιουργηθεί με ευθύνη της Τουρκίας, να δείξουν υπερβάλλοντα ζήλο, να αποδειχθούν βασιλικότεροι του βασιλέως, να δείξουν στον πρόεδρο Ερντογάν ότι αξίζουν τη θέση που κατέχουν. Και αυτό μας οδηγεί στην περίπτωση ενός ατυχήματος, που δεν θα προκληθεί κατόπιν ηθελημένης κίνησης ή σχεδίου.

Το θέμα είναι ότι με κλειστούς τους διαύλους, σε περίοδο έντασης και με Τούρκους στρατιωτικούς με το μαχαίρι στα... δόντια, καταλαβαίνουμε ότι ένα περιστατικό, που υπό άλλες συνθήκες δεν θα οδηγούσε σε θερμή κρίση, μπορεί τελικά να οδηγήσει εκεί.

Πρόσφατα, ο τέως πρέσβης των ΗΠΑ Τζέφρι Πάιατ είχε δηλώσει στην «Καθημερινή» ότι φτάσαμε πολύ κοντά σε πολεμική σύρραξη με την Τουρκία το 2020, κάτι το οποίο απεσοβήθη χάρη στην ενεργοποίηση των παράπλευρων διαύλων. Δεν υπάρχει κανείς δίαυλος τέτοιος τώρα;
Επικοινωνία μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει σχεδόν σε κανένα επίπεδο. Επικοινωνία Ελλάδας-Τουρκίας μεταξύ τρίτων προφανώς και υπάρχει, αλλά εδώ προκύπτουν άλλα ζητήματα. Είμαστε σίγουροι ότι οι τρίτοι μεταφέρουν το μήνυμα με την ευκρίνεια και την καθαρότητα που εμείς θα θέλαμε να μεταφερθεί; Και αντίστροφα, από την Τουρκία σε εμάς. Δεύτερον, είμαστε σίγουροι ότι τα συμφέροντα των τρίτων που εμπλέκονται είναι ίδια, αντίστοιχα, συγκλίνοντα και όχι αποκλίνοντα με τα δικά μας; Τρίτον, είμαστε σίγουροι ότι εκείνοι δεν θα έχουν κάποια δικά τους συμφέροντα που θα θέλουν να εξυπηρετήσουν, ακριβώς αξιοποιώντας το γεγονός ότι Ελλάδα και Τουρκία δεν συνομιλούν μεταξύ τους; Αυτό εμένα περισσότερο προβληματισμό μού προκαλεί.

Τελικά, πόσο πιθανό είναι να γίνει θερμό επεισόδιο;
Να ξεκαθαρίσω: Αντικειμενικοί λόγοι οδηγούν στο συμπέρασμα ότι είναι πάρα πολύ δύσκολο να προκληθεί ένα θερμό επεισόδιο μεταξύ Ελλάδας–Τουρκίας. Πρώτον, η τουρκική οικονομία αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε ένα αρνητικό σπιράλ και φαίνεται ότι θα δυσκολευτεί πάρα πολύ ο Ερντογάν να την ανατάξει και ίσως του στοιχίσει και το αποτέλεσμα των εκλογών. Άρα, δεν αντέχει και μία τέτοια περιπέτεια.

Δεύτερον, γιατί η Τουρκία θα προκαλούσε όχι μόνο ρήγμα στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ, αλλά και μια ρήξη στις σχέσεις με τις ΗΠΑ και άλλες ΝΑΤΟϊκές χώρες, σήμερα, που το βλέμμα όλων είναι στραμμένο στην Ουκρανία και στη Ρωσία. Εάν η Τουρκία προκαλέσει μια κρίση στο ΝΑΤΟ, κάτι που θα είναι βούτυρο στο ψωμί των Ρώσων, θα κατηγορηθεί ότι υπονομεύει τη συνοχή της συμμαχίας σε μια πολύ κρίσιμη καμπή της μεταψυχροπολεμικής ιστορίας της.

Και το τρίτο είναι ότι κανείς δεν διαβεβαιώνει -το αντίθετο θα έλεγα- τον Ερντογάν ότι θα βγει νικητής σε περίπτωση πολεμικής σύγκρουσης με την Ελλάδα. Ιδίως μάλιστα αν βγει ηττημένος, τότε ο κίνδυνος της κρεμάλας για τον Ερντογάν είναι πολύ σοβαρός. Και μάλλον θα είναι χειρότερα τα πράγματα γι’ αυτόν αν χάσει έναν πόλεμο με την Ελλάδα, από ό,τι το να χάσει τις εκλογές στη χώρα του.

Αυτό το λέτε επειδή θα σπεύσουν οι σύμμαχοι προς βοήθεια της Ελλάδας, σε μια τέτοια περίπτωση, ή λόγω συσχετισμών στρατιωτικής ισχύος;
Το λέω γιατί ένα κομμάτι του τουρκικού στρατού είναι ξεδοντιασμένο. Οι Τούρκοι έχουν πάψει πλέον να πολεμούν με τις Ένοπλες Δυνάμεις τους και πολεμούν με μισθοφόρους στα διάφορα μέτωπα. Με εξαίρεση τους Κούρδους στα νοτιοανατολικά της Τουρκίας. Και, βέβαια, η Ελλάδα είναι έτοιμη, χρόνια ετοιμάζεται για ένα τέτοιο σενάριο, γιατί είναι η μόνη απειλή για την εθνική της ασφάλεια.

Από την άλλη, για την Τουρκία, η Ελλάδα δεν είναι η πρώτη απειλή, και ας προσπαθεί ο Ερντογάν να πείσει το εσωτερικό της χώρας του για το αντίθετο, μόνο και μόνο γιατί αυτό εξυπηρετεί το εγχώριο αφήγημά του.

Ομως, επειδή μίλησα για αντικειμενικούς λόγους, υπάρχει και ο υποκειμενικός λόγος, ο ίδιος ο Ερντογάν, που αυτή τη στιγμή είναι σε πολύ μεγάλη πίεση. Επειδή πιθανότατα δεν θα είναι η οικονομία που θα μπορούσε να του δώσει τη νίκη στις εκλογές, όπως συνέβαινε στο παρελθόν, μπορεί να ψάχνει για μία περιπέτεια, που δεν ξέρουμε προς τα πού θα είναι, για να επιβάλει μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Ο Ερντογάν τις εκλογές από το πραξικόπημα και μετά τις κέρδισε με την Τουρκία σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται και για ενδεχόμενη νοθεία και για άλλα ζητήματα που διευκολύνουν ένα αυταρχικό καθεστώς.

Επομένως, το κρίσιμο διάστημα ποιο είναι για τα ελληνοτουρκικά; Το καλοκαίρι; Οι εκλογές είναι προγραμματισμένες για το 2023.
Το κρίσιμο διάστημα είναι μέχρι τις εκλογές στην Τουρκία. Όχι ότι μετά θα είμαστε ήσυχοι, αλλά μέχρι τις εκλογές, όποτε και αν γίνουν αυτές -και θα σας έλεγα το νωρίτερο το καλύτερο-, είναι μια κρίσιμη περίοδος.

Ξαναλέω, δεν είναι το πιθανότερο σενάριο η πρόκληση ενός θερμού επεισοδίου. Αντιθέτως, η Τουρκία προσπαθεί να σπρώξει εμάς να κάνουμε πρώτοι το λάθος και να της δώσουμε το άλλοθι για να απαντήσει δήθεν σε μια ελληνική ενέργεια. Αλλά θεωρώ ότι η Ελλάδα είναι αρκετά έμπειρη για να μην κάνει ένα τέτοιο σφάλμα.

Είδαμε τη χλιαρή αρχική αντίδραση της Γερμανίας, την οποία στη συνέχεια αναθεώρησε, την ένθερμη υποστήριξη της Γαλλίας, των ΗΠΑ. Τελικά, σε μια κρίσιμη στιγμή οι περιώνυμοι σύμμαχοι θα είναι με την Ελλάδα;
Στην περίπτωση της Γερμανίας υπάρχει το καλό και το κακό σενάριο -που δεν αναιρεί το ένα το άλλο απαραιτήτως- και θα εξηγήσω τι εννοώ.

Το κακό σενάριο είναι ότι η Γερμανία εξυπηρετεί αποκλειστικά και μόνο τα συμφέροντά της, ακολουθεί μια πολιτική κατευνασμού έναντι της Τουρκίας, την ενδιαφέρει να κινείται συναλλακτικά έναντι της Άγκυρας, λόγω εμπορικών και οικονομικών συμφερόντων, λόγω του μεταναστευτικού ζητήματος, και είναι ουσιαστικά όμηρος της πολιτικής Τουρκίας. Άρα, δεν περιμένουμε να αλλάξει κάτι, παρά τις κατά καιρούς δηλώσεις.

Το καλό σενάριο είναι ότι ισχύουν όλα τα παραπάνω, αλλά η Γερμανία βάζει στην πολιτική της μια ισχυρή δόση αρχών και αξιών -την οποία δεν έχει αυτή τη στιγμή- απέναντι στην Τουρκία. Και την αντιμετωπίζει ως μια χώρα όπου το κράτος δικαίου, η δημοκρατία κ.λπ. πηγαίνουν διαρκώς πίσω, και την αντιμετωπίζει επίσης ως μια δυνητική απειλή.

Στο καλό σενάριο, λοιπόν, η Γερμανία μπορεί να παίξει έναν ρόλο, κατά κάποιον τρόπο, διαμεσολαβητικό, γι’ αυτό δεν τη θέλουμε να είναι απαραιτήτως όπως τη Γαλλία τόσο καθαρά εναντίον της Τουρκίας, για να μπορεί να υπάρχει ένας δίαυλος. Αυτό δεκτό. Αρκεί να ξέρουμε ότι αυτός ο δίαυλος είναι προσυνεννοημένος και ότι η Γερμανία λειτουργεί επί τη βάση του ευρωπαϊκού και κατ’ επέκταση του ελληνικού συμφέροντος και όχι μόνο του δικού της. Αυτό βέβαια δεν μπορείς να το γνωρίζεις, υποθέσεις εργασίας κάνουμε. Αυτά ως προς τη Γερμανία.

Τώρα, ως προς τα υπόλοιπα... Ναι, η Ελλάδα βρίσκεται σε καλύτερη θέση αυτή τη στιγμή, αλλά για να είμαι ειλικρινής δεν έχει φροντίσει μόνο η Ελλάδα γι’ αυτό, έχει φροντίσει και η Τουρκία.

Διότι, όπως ορθά αναφέρατε, οι αρχικές ανακοινώσεις ήταν νερωμένες, ήπιες, αλλά άρχισαν να κλιμακώνονται γιατί η Τουρκία αποφάσισε -δεν της αρκούσαν προφανώς αυτές οι ανακοινώσεις- να ανεβάσει την ένταση, με αποτέλεσμα να υποχρεώσει ακόμη και τη Γερμανία να πάρει μια πιο ξεκάθαρη θέση.

Αυτό που σίγουρα δεν θέλουν αυτή τη στιγμή οι σύμμαχοι -ή που δεν θα έπρεπε να θέλουν με βάση αυτό που εγώ πιστεύω ότι είναι το συμφέρον τους- είναι μια κρίση Ελλάδας-Τουρκίας.

Μια τέτοια κρίση είναι το τελευταίο που θα ήθελε αυτή τη στιγμή η ευρωπαϊκή οικονομία, το ΝΑΤΟ και η Δύση συνολικότερα, ενόσω υπάρχει η πληγή της Ουκρανίας και ανοικτοί λογαριασμοί με τη Ρωσία. Θα κάνουν κάτι για να το αποτρέψουν; Το ό,τι περνά από το χέρι τους είναι πολύ βαρύ, αλλά πιστεύω ότι θα κάνουν πολλά για να μην το επιτρέψουν. Αν όμως συμβεί, τι θα πράξουν; Εκεί, πάλι έχουμε δύο σενάρια. Κάποιες χώρες, όπως η Γαλλία, εμπλέκονται όχι με δυνάμεις αλλά με παροχή πληροφοριών, με υποστήριξη επιχειρησιακή, αλλά καθήμενοι πίσω, όχι μπροστά στην αντιπαράθεση αυτή. Νομίζω ότι είναι ένα πιθανό σενάριο.

Το άλλο σενάριο είναι να δούμε τις χώρες αυτές να κρατάνε αποστάσεις, αντιλαμβανόμενες ότι και η Τουρκία εξακολουθεί να έχει μια χρησιμότητα και μια αξία γι’ αυτές, και να υιοθετήσουν μια στάση πιο ουδέτερη. Πιστεύω ότι δεν θα είναι όλοι έτσι. Δεν ξέρω τι θα κάνουν οι Αμερικανοί -γιατί υπάρχουν φωνές που λένε ότι δεν πρέπει με τίποτα να χαθεί για τις ΗΠΑ-, αλλά χώρες όπως η Γαλλία και άλλες δυνάμεις της περιοχής θα είναι υποστηρικτικές στην Ελλάδα στην περίπτωση αυτή.

Τη διπλωματική κινητικότητα και τη στάση της Ελλάδας πώς την κρίνετε; Πρέπει να γίνει κάτι περισσότερο;
Η Ελλάδα έχει κινηθεί σωστά, έχει δείξει ψυχραιμία, έχει δείξει ότι δεν πέφτει στην παγίδα της Τουρκίας να συντηρεί την ένταση -κάτι το οποίο το πιστώνεται και πρέπει να πιστώνεται από τον διεθνή παράγοντα. Επιπλέον, ο Έλληνας πρωθυπουργός, σοφά ποιώντας, δεν κάνει προσωπική την αντιπαράθεση με Ερντογάν και αυτό εκθέτει τον Τούρκο πρόεδρο. Ο Ερντογάν δεν το έχει κάνει μόνο με τον Μητσοτάκη αλλά και με άλλους ηγέτες, προσωποποιεί μια διμερή αντιπαράθεση μεταξύ χωρών σε προσωπική διαφορά ηγετών.

Είναι πάρα πολύ καλό επίσης για τη δημόσια, διεθνή διπλωματία, ότι η Ελλάδα επιτέλους -και το τονίζω γιατί κάποιοι από εμάς το φωνάζουν πάρα πολλά χρόνια- αποφάσισε μέσω χαρτών και στοιχείων αδιάσειστων και αδιάψευστων να ενημερώσει τη διεθνή κοινότητα και να την ενημερώνει συστηματικά για το τι ακριβώς συνιστά τουρκικό αναθεωρητισμό.

Γιατί, όπως ξέρετε, στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και στην Ουάσιγκτον δεν ξυπνούν και κοιμούνται με τις ελληνοτουρκικό ζήτημα, άρα περνά και η προπαγάνδα της Τουρκίας όταν δεν την αντιμετωπίζουμε με στοιχεία.

Αυτή τη στιγμή είναι πάρα πολύ εύστοχος ο τρόπος για να ξεμπροστιάσουμε, να εκθέσουμε την Τουρκία στα μάτια του διεθνούς παράγοντα, για να ξέρει τι ακριβώς σημαίνει παραβίαση εναερίου χώρου, άρα εθνικής κυριαρχίας, τι αμφισβητεί η «Γαλάζια Πατρίδα», που είναι το επίσημο δόγμα της Τουρκίας.

Αλλά πιστεύω ότι χρειάζεται κάτι περισσότερο. Πρέπει η Ελλάδα να εκθέσει έναν δικό της οδικό χάρτη προς τον διεθνή παράγοντα αλλά και την Τουρκία, με συγκεκριμένα βήματα-σταθμούς για να πάμε παρακάτω. Ξεκινώντας από την αποκλιμάκωση, στη συνέχεια εμπεδώνοντας την αποκλιμάκωση και μετά να περνούσαμε στο επόμενο βήμα για έναν ουσιαστικό διάλογο -και όχι παράλληλους μονολόγους, έναν διάλογο μεταξύ κωφών για το θεαθήναι, όπως είναι οι διερευνητικές επαφές.

Τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή για την Ελλάδα -χθες θα έλεγα- να βγει με αυτό τον οδικό χάρτη για να δείξει ότι δεν έχει να φοβηθεί τίποτα από τον διάλογο, αρκεί να είναι οριοθετημένος, προσδιορισμένος και με προϋποθέσεις. Γιατί διάλογος με casus beli, με παραβιάσεις εναερίου χώρου και κυριαρχίας, με καθημερινές δηλώσεις όχι προκλητικές, αλλά επιθετικές δεν μπορεί να γίνει.

Πρέπει όμως να πιστεύουμε και εμείς στον διάλογο, κ. Μόσχοβα, δεν αρκεί να το λέμε για να το πούμε, επειδή ξέρουμε ότι η Τουρκία δεν θα προσέλθει. Να τον παρουσιάσουμε αυτόν τον οδικό χάρτη που περιέγραψα και να ζητήσουμε από την Τουρκία να έλθει να συμφωνήσει επ’ αυτού.

Αυτός ο διάλογος θα έχει ως απόληξή του το Δικαστήριο της Χάγης;
Θα έχει ως απόληξη το Δικαστήριο της Χάγης σε περίπτωση που συμφωνήσουμε ότι η ατζέντα είναι ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα και όχι τα άλλα, τα εξωφρενικά, που ακούμε από την Τουρκία, και εφόσον διαφωνήσουμε στο τι ανήκει στον καθένα. Αυτό θα το καθορίσει το Δικαστήριο. Όμως αυτή η απόληξη, πολύ σωστά το είπατε, ακριβώς επειδή είναι απόληξη, έχει πάρα μα πάρα πολλά βήματα, τα οποία προηγούνται. Αυτά τα βήματα πρέπει η ελληνική πλευρά να τα βάλει στον οδικό χάρτη και να καλλιεργήσει την πεποίθηση προς πάσα κατεύθυνση ότι εμείς τον διάλογο δεν τον φοβόμαστε, αρκεί να γίνει με προϋποθέσεις, η βασικότερη των οποίων είναι να σταματήσει αυτό που συμβαίνει σήμερα: Η ένταση, η κλιμάκωση, η ακραία και επιθετική ρητορική και ο αναθεωρητισμός. Δεν νομίζω ότι θα βρεθεί κανείς να ψέξει την Ελλάδα αν το κάνει αυτό, το αντίθετο.

Ορισμένοι -όπως πρόσφατα ο πρώην πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής- βλέπουν να εγείρονται στο παρασκήνιο θεωρίες συνεκμετάλλευσης στο Αιγαίο. Είναι υπαρκτός ο φόβος αυτός;
Ο οδικός χάρτης τον οποίο εγώ έχω στο μυαλό μου δεν έχει καμία σχέση με συνεκμετάλλευση και καμία συζήτηση για συνεκμετάλλευση. Κατ’ αρχάς, το Αιγαίο δεν έχει τίποτα για να το συνεκμεταλλευτούμε.

Αλλά ας πάρουμε την υπόθεση εργασίας όπου το Αιγαίο ξαφνικά αποκτά κάτι με αξία, που να είναι αξιοποιήσιμο γρήγορα και φθηνά -που δεν ισχύει αυτό το σενάριο, αλλά για την οικονομία της συζήτησης. Συνεκμετάλλευση του Αιγαίου ή καλύτερα οποιαδήποτε συνεργασία και σύμπραξη θα μπορούσε να γίνει μόνο κατόπιν συμφωνίας οριοθέτησης ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας. Χωρίς να έχει προηγηθεί συμφωνία οριοθέτησης ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας δεν μπορεί να γίνει καμία εκμετάλλευση. Αντιθέτως, τέτοιες προτάσεις να πάμε σε συνεκμετάλλευση χωρίς να έχει προηγηθεί οριοθέτηση, είναι εγκληματικά λάθος.

Πίσω από τη στάση της προκλητικής-αναθεωρητικής στάσης της Τουρκίας μπορεί να βρίσκεται ρωσικός δάκτυλος;
Δεν χρειάζεται να βάλει η Ρωσία το δάκτυλό της για να δούμε αυτά που κάνει η Τουρκία. Είναι από το 1973 αποδεδειγμένα αναθεωρητική δύναμη, όταν ξεκίνησε να εκδίδει άδειες για την τουρκική εταιρεία κρατικών πετρελαίων PAO, καλύπτοντας μια περιοχή που ξεκινούσε από τη Θάσο μέχρι τη Χίο.

Η ποιοτική κλιμάκωση της πολιτικής της Τουρκίας συνίσταται στο τουρκολιβυκό σύμφωνο, στη «Γαλάζια πατρίδα» και στην αμφισβήτηση της κυριαρχίας των νησιών μέσω της αποστρατιωτικοποίησης. Σε αυτά δεν νομίζω ότι έβαλαν το χέρι τους οι Ρώσοι.

Το ότι οι Ρώσοι ικανοποιούνται βλέποντας αυτή την αντιπαράθεση και επειδή είναι χαιρέκακοι μπορεί να είναι και επιχαίρουν κιόλας επειδή αυτό συμβαίνει απέναντι στην Ελλάδα, την οποία έχουν στοχοποιήσει για τους δικούς τους λόγους, αλλά ότι έχουν συμβάλει δεν το πιστεύω.

Πηγή